ΙΠΠΟΛΥΤΗ 8

Την παρουσία του θνητού του βέβηλου

έτρεξε στην κυρά της να προφτάξει

μια σαύρα σερπετή, πρασινοκίτρινη,

της Νύμφης τα ξανθά μαλλιά τραβώντας.

Όμως της Μοίρας τις βουλές ν’ αλλάξει

κανείς δεν το μπορεί˙ κι η Ιππολύτη

ύστερ’ απ’ το ολονύχτιο γλεντοκόπι,

το ξέχειλο ποτήρι είχε στραγγίξει

βαριού κρασιού απ’ τα χέρια του Μορφέα.

Δεν ξύπνησε˙ και μόνο π’αναδεύτη,

τα χείλη μισανοίγοντας, που μοιάζαν

άλικο ρόδο, ω! τα χείλη εκείνα

που ήταν μια πρόκληση, ια προσδοκία

του πρώτου ερωτικού φιλιού.

Γιατί Εκείνος πιότερο δεν άντεξε,

κ’ ενώ με το’να χέρι ξάφνου αδράχνει

τον πέπλο της Νεράιδας, θείο λάφυρο,

με τ’ άλλο την παρθένα αγκαλιάζει

τα διψασμένα χείλια του κολλώντας

στο νέκταρ των χειλιών της Ιππολύτης!

 

 

Προηγούμενο     Επόμενο