ΙΠΠΟΛΥΤΗ 3

Κάτ’ απ’ την ομίχλη

του χρόνου η Φαντασία μαζί με τ’ Όνειρο

χειροπιαστά τον φέρνουν, και μπροστά σας

θα δείτε τ’ όραμα του πά’ στα κάστρα

ετούτη τη νυχτιά να σεργιανίζει

και την αχνή θ’ ακούσετε φωνή του

ως θα μιλάει˙ βάλτε αυτί κι ακούστε:

……………………………………………………………………..

«Ω, Συ θεέ του πόντου του ασυνόριστου,

σαν όλες τις νυχτιές, ιδές!… κι απόψε

έρμος πλανιέμαι εδώ σ’ αυτά τα κάστρα

με την Οδύνη και τον Πόνο σύντροφους.

Δε λέει τα πυρωμένα μάγουλά μου

το χάδι της Γαλήνης να τ’ αγγίσει.

Μάταια ζητάω το φίλτρο του Παυσίλυπου

στα χλοϊσμένα των Μουσών λιβάδια

κι άδικα τη χαρά ζητάν τα μάτια μου

στ’ αστέρια τ’ ουρανού καθώς πλανιώνται.

Αδύναμο το πνέμα τ’ ωκεάνιο

στάθηκε τη γαλήνη να μου δώσει,

κι αλίμονο, μιλώντας με τα πνέματα

δε νιώθω τη μιλιά πια των ανθρώπων!

Γυιός του πηλού είμαι, ξέρω, όμως στ’ανθρώπινα

το μυστικό της ζήσης δεν το βρήκα…

Είναι μια φάρα ξέφρενη, ακυβέρνητη,

π’όσο περνάν οι χρόνοι τόσο πιότερο

στο βούρκο των πολέμων και του θάνατου

βυθίζεται, αλί!, χωρίς ν’ αγγίζει

το σύνορο της άδολης αγάπης!

Έτσι, μετέωρος μένω, θέ μου, ανάμεσα

στη γνώση των θνητών που δε φελάει

και στων στοιχειών τ’ ανάερα παιχνιδίσματα˙

και νιώθω την καρδιά μου να στραγγίζει

μέρα τη μέρα, ως είναι σκλαβωμένη

στα υγρά καστέλια των λυγμών. Η άνοιξη

της νιότης μου τραβάει, αλυσοδεμένη

έναν τραχύ, με δίχως τέρμα ανήφορο.

Τα μάτια κοίταξέ μου που, ως διανεύουνε

το πόντο Σου ζητώντας την αγάπη

θα χάσουνε το φως τους και σε λίγο

έρημα κάστρα θα’ναι νεκρωμένα!

Όλα πια με βαραίνουν τώρα αβάσταχτα:

Το σκήπτρο το βαρύ μου κ’ η πορφύρα,

τα κάστρα, το χρυσάφι, ειν’ όλα ψέμμα.

Κ’ η Γνώση στείρα στάθηκε κι ανίκανη

να φέρει την αγάπη στην καρδιά μου.

Ω, θεέ, τη μαγική δείξε μου κρήνη

τη δίψα μου να σβήσω την ασίγαστη!

Ο θάνατος −χειμώνας δε λέει να’ρθει

τη λύτρωση για πάντα να μου δώσει,

και μέσα μου κι απ’ έξω είναι χινόπωρο

που θάνατος δεν είναι λυτρωτής μου

αλλά μονάχα προσμονή του θάνατου

αέναη προσμονή, χωρίς ελπίδα!

Τυλίχτηκα στη Σιωπή και στο Έρεβος

και μπρος Σου ικέτης δέομαι, Πατέρα!

Ω, δος μου την αγάπη, θεέ του πόντου!»

 

Προηγούμενο     Επόμενο