ΙΙ. ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ

ΙΙ. ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ

Μ’ έχει τυλίξει η σιωπή στην έρημη λεωφόρο
και περπατάω κλεισμένος στον εαυτό μου,
νοιώθω να παίρνει οντότητα το εγώ μου
Νύχτα! μοναδικό της ζωής μου δώρο.

Μες στο σκοτάδι πνίγηκαν οι ανθρώπινες κουβέντες
και το μειδίαμα το Μεφιστοφέλειο
α! το φριχτό παρδωνικό τους γέλιο
το σάρωσεν ο αποψινός πουνέντες.

Μισώ το φως -μισώ το φως. το φως που δίνει χρώμα
στην κάθε ανθρώπινη φριχτή σαπίλα
και σε γεννήτρα του φωτός μισώ, Ημέρα σκύλλα.
-παρήγορο σκοτάδι- μείνε ακόμα.

Αλλόφρονος σε Σένανε θα’ρθώ Μεγάλη Νύχτα
για να με κλείσεις μέσα σου βαθειά καθώς σκουλίκι

………………………………………………………………………………………………..

Να εφτάσανε με κυνηγάν, οι ανθρώπινοι ήρθαν λύκοι
θρήνησε γκιώνη στο κλαρί, σκυλί στον κάμπο αλλύχτα!!